Home ΟΜΟΓΕΝΕΙΑ Μνημόσυνο για την Άλωση της Πόλης από την Κοινότητα των Αγίων Κωνσταντίνου...

Μνημόσυνο για την Άλωση της Πόλης από την Κοινότητα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Τζάκσον Χάιτς

ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ – Την οδυνηρή μνήμη της Αλωσης της Πόλης το 1453, η οποία σηματοδότησε την αρχή της σκλαβιάς για τον Ελληνισμό, τίμησε η Κοινότητα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Τζάκσον Χάιτς με πολιτιστική εκδήλωση που οργάνωσε, αμέσως μετά τη Θεία Λειτουργία, χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Ελπιδοφόρου, την Κυριακή 31 Μαϊου.

Ομιλήτρια ήταν η δημοσιογράφος και κοινωνιολόγος Δέσποινα Αφεντούλη, η οποία με τα στοιχεία που παρέθεσε κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον του εκκλησιάσματος.

“Η πτώση της Πόλης θρηνήθηκε όσο καμιά άλλη πτώση πόλεως παγκοσμίως και αυτό, διότι δεν επέφερε ιστορικές επιπτώσεις μόνο στον Ελληνισμό”, τόνισε η δρ Αφεντούλη, επισημαίνοντας πως “η Κωνσταντινούπολη μετέδωσε το χριστιανισμό στην Ευρώπη, διαφύλαξε και μεταλαμπάδευσε στον τότε γνωστό κόσμο τις γνώσεις των αρχαίων φιλοσόφων”.

“Οι Οθωμανοί”, συνέχισε, “κατέκτησαν τη Μικρά Ασία μόλις το 1071, ενώ η ιστορία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και ευρύτερα, της Μικράς Ασίας ξεκινάει από τα αρχαία χρόνια. Για δώδεκα αιώνες, η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ταυτίστηκε με την ορθόδοξη χριστιανική πίστη, την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό. Ήταν μια κοινοπολιτεία πολλών λαών και η πλειοψηφία του πληθυσμού ήταν Ελληνορθόδοξοι χριστιανοί”.

Αναφερόμενη στους λόγους που οδήγησαν στην Αλωση, είπε ότι ήταν “οικονομικοί, πολιτικοί, στρατιωτικοί, θρησκευτικοί,  κοινωνικοί”, ενώ σημαντικό ρόλο έπαιξαν ακόμα “η αστάθεια, οι επιδρομές, οι εσωτερικές συγκρούσεις, η πνευματική κατάπτωση, καθώς και η δημογραφική αλλαγή λόγω της μετανάστευσης”. Σύμφωνα δε με ορισμένους ιστορικούς, “η αντίστροφη μέτρηση για το Βυζάντιο ξεκίνησε από το 1204 με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους σταυροφόρους, με οριστική κατάληξη την άλωση της πόλης από τους Οθωμανούς το 1453”.

Η ομιλήτρια αναφέρθηκε εκτενώς και στις συνέπειες της Άλωσης, που έγιναν, όπως είπε, “αντιληπτές σύντομα στους υπόλοιπους Ευρωπαίους, καθώς οι οθωμανοί δεν σταμάτησαν στη Βαλκανική, αλλά συνέχισαν, και στην Ευρώπη”.

“Μετά την άλωση, η Πόλη ερημώθηκε, λεηλατήθηκε. Η επιβίωση του Γένους των Ελλήνων ταυτίστηκε με τη συνέχιση των παραδόσεων τού, με κύριο στήριγμα την Ορθόδοξη Εκκλησία. Οι συνθήκες επιβίωσης ήταν εξαιρετικά αντίξοες, δεδομένου ο Ελληνισμός ήρθε αντιμέτωπος – μεταξύ άλλων – με  τον κεφαλικό φόρο, το παιδομάζωμα και την αβεβαιότητα που επικρατούσε σε καθημερινό επίπεδο λόγω των αυθαιρεσιών του κατακτητή”, σημείωσε.  

“Αν και η πτώση των – από αρχαιοτάτων χρόνων – ελληνικών περιοχών, υπό τον οθωμανικό ζυγό, ανέκοψε την αναγέννηση του ελληνικού πολιτισμού και των ελληνικών γραμμάτων πριν προλάβουν να εδραιωθούν στη Δύση, ωστόσο, ο βυζαντινός πολιτισμός διαδόθηκε στη Δύση μέσω των Ελλήνων που κατέφυγαν στα ελληνικά νησιά που βρίσκονταν τότε υπό λατινική κατοχή.

Στο πλαίσιο της ανασύστασης της Εκκλησίας, δύο από τα βασικότερα ζητήματα που αντιμετώπισε ο πατριάρχης Γεννάδιος, ήταν ο εξισλαμισμός αρκετών χριστιανών και η έλλειψη κληρικών, καθώς άλλοι είχαν χάσει τη ζωή τους και άλλοι ήταν αιχμάλωτοι. Ο Πατριάρχης Γεννάδιος εξαγόρασε την ελευθερία αιχμάλωτων κληρικών”, πρόσθεσε.

Και συνέχισε λέγοντας: “Κατά τον 18ο αιώνα, οι Φαναριώτες αξιωματούχοι της Υψηλής Πύλης (οι δραγουμάνοι), με την Ορθόδοξη εκκλησιαστική ηγεσία, είχαν φθάσει στο αποκορύφωμα της δύναμής τους, καθώς ήκμαζαν στον οικονομικό τομέα και διαδραμάτιζαν βαρυσήμαντο ρόλο σε κυβερνητικούς και πνευματικούς κύκλους”.

Για τον Ελληνισμό, η απευλευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό, όπως ανέφερε η δρ Αφεντούλη, συνδέεται και με την επιθυμία για πνευματική απελευθέρωση μέσα από τις τέχνες και τα γράμματα.

“Τέσσερεις αιώνες υπό τον οθωμανικό ζυγό και ο Ελληνισμός όχι απλά επιβίωσε, αλλά άφησε ως παρακαταθήκη – μεταξύ άλλων – την εθνική συνείδηση, την ελληνική γλώσσα και την ελληνορθόδοξη χριστιανική πίστη, κρατώντας άσβεστη τη φλόγα του για την ελευθερία”, είπε.

Καταλήγοντας ανέφερε ότι “το μεγαλύτερο ίσως επίτευγμα του Βυζαντίου είναι το γεγονός ότι εξακολουθεί έως σήμερα να εμπνέει θρησκευτικά τους ανθρώπους σε παγκόσμιο επίπεδο: το Βυζάντιο βιώνεται και ως μυστήριο για τους πιστούς μέσω της λειτουργίας της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, με σημείο αναφοράς το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως”.

“Όσο μαθαίνουμε ολοένα και περισσότερο για την ιστορία μας και τους δεσμούς που έχουμε με τις αλησμόνητες πατρίδες, κατανοούμε καλύτερα την ελληνική μας ταυτότητα και συναισθανόμαστε το βάρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς”.

“Είναι χρέος μας”, τόνισε η δρ Αφεντούλη, “να προστατεύσουμε την ιστορική μας μνήμη και να τη μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενιές”.

Την δρα Δέσποινα Αφεντούλη προλόγισε η πρόεδρος της κοινότητας Αμαλία Μπουρνιά, ενώ την συνεχάρη για την ομιλία της ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής κ. Ελπιδοφόρος.