ΑΘΗΝΑ – της Μαρίας Κουζινοπούλου
Οι πρώτες έγχρωμες εικόνες από το διαστημικό τηλεσκόπιο Ευκλείδης (Euclid) δίνονται σήμερα στη δημοσιότητα από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Διαστήματος (ESA). Οι εικόνες αυτές χαρακτηρίζονται ως επανάσταση για την Αστρονομία, καθώς ποτέ άλλοτε ένα τηλεσκόπιο δεν ήταν σε θέση να καταγράψει τόσο ευκρινείς εικόνες για ένα τόσο μεγάλο τμήμα του ουρανού και να κοιτάξει τόσο μακριά στο μακρινό Σύμπαν.
Οι πέντε εικόνες που δημοσιεύονται σήμερα δείχνουν ότι το τηλεσκόπιο είναι έτοιμο να δημιουργήσει τον πιο εκτεταμένο μέχρι σήμερα τρισδιάστατο χάρτη του Σύμπαντος και να αποκαλύψει μερικά από τα κρυμμένα μυστικά του. Από φωτεινά αστέρια έως αμυδρούς γαλαξίες, οι καταγραφές του Ευκλείδη δείχνουν με εξαιρετική ευκρίνεια την ολότητα αυτών των ουράνιων αντικειμένων.
Συγκεκριμένα, η πρώτη εικόνα καταγράφει 1.000 γαλαξίες που ανήκουν στο σμήνος του Περσέα, ένα από τα πλησιέστερα στη Γη σμήνη γαλαξιών, καθώς και περισσότερους από 100.000 επιπλέον γαλαξίες πιο μακριά στο βάθος. Πολλοί από αυτούς δεν ήταν ορατοί στο παρελθόν και κάποιοι είναι τόσο μακριά που το φως τους χρειάστηκε δέκα δισεκατομμύρια χρόνια για να φτάσει σε εμάς.
Στη δεύτερη εικόνα καταγράφεται ένας από τους πρώτους γαλαξίες που παρατήρησε ο Ευκλείδης, ο «Κρυμμένος γαλαξίας», γνωστός και ως IC 342 ή Caldwell 5. Ο γαλαξίας αυτός, που βρίσκεται περίπου έντεκα εκατομμύρια έτη φωτός από τη Γη, είναι δύσκολο να παρατηρηθεί, επειδή βρίσκεται πίσω από τον δίσκο του Γαλαξία μας και έτσι η σκόνη, τα αέρια και τα αστέρια κρύβουν τη θέασή του. Ο Ευκλείδης χρησιμοποίησε το όργανο κοντινού υπέρυθρου για να κοιτάξει μέσα από τη σκόνη. Και να δει ολόκληρο τον γαλαξία.
Για να δημιουργήσει έναν τρισδιάστατο χάρτη του Σύμπαντος, ο Ευκλείδης θα παρατηρήσει το φως από τους γαλαξίες σε απόσταση δέκα δισεκατομμυρίων ετών φωτός. Οι περισσότεροι γαλαξίες στο πρώιμο Σύμπαν δεν μοιάζουν με τέλεια τακτοποιημένη σπείρα, αλλά είναι ακανόνιστοι και μικροί. Είναι τα δομικά στοιχεία για μεγαλύτερους γαλαξίες, όπως ο δικός μας, και μπορούμε να βρούμε μερικούς από αυτούς τους γαλαξίες σχετικά κοντά μας. Αυτός ο πρώτος ακανόνιστος νάνος γαλαξίας που παρατήρησε ο Ευκλείδης αποτυπώνεται στην τρίτη εικόνα. Ονομάζεται NGC 6822 και βρίσκεται κοντά, σε απόσταση μόλις 1,6 εκατομμύρια έτη φωτός από τη Γη.
Η τέταρτη εικόνα αποτυπώνει ένα σφαιρωτό σμήνος που ονομάζεται NGC 6397. Τα σφαιρωτά σμήνη είναι συγκεντρώσεις εκατοντάδων χιλιάδων αστέρων με σφαιρικό σχήμα και συγκρατούνται μεταξύ τους από τη βαρύτητα. Το NGC 6397 είναι το δεύτερο πλησιέστερο σφαιρωτό σμήνος στη Γη και βρίσκεται περίπου 7.800 έτη φωτός μακριά. Επί του παρόντος κανένα άλλο τηλεσκόπιο εκτός από τον Ευκλείδη δεν μπορεί να παρατηρήσει ένα συνολικό σφαιρωτό σμήνος σε μια μόνο παρατήρηση και ταυτόχρονα να διακρίνει τόσα πολλά αστέρια στο σμήνος. Αυτά τα αμυδρά αστέρια μας μιλούν για την ιστορία του Γαλαξία μας και για το πού βρίσκεται η σκοτεινή ύλη.
Τέλος, ο Ευκλείδης μας δείχνει μια εντυπωσιακά πανοραμική και λεπτομερή άποψη του νεφελώματος Κεφαλή του Αλόγου, μέρος του αστερισμού του Ωρίωνα. Στην παρατήρηση του Ευκλείδη οι επιστήμονες ελπίζουν να βρουν πολλούς αμυδρούς ή και ως τώρα μη ορατούς πλανήτες μάζας αντίστοιχης με τον Δία στην ουράνια βρεφική τους ηλικία, καθώς και νεαρούς καφέ νάνους και μωρά αστέρια.
Το διαστημικό τηλεσκόπιο Ευκλείδης κατασκευάστηκε και λειτουργεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Διαστήματος με τη συμβολή της NASA. Εκτοξεύτηκε την 1η Ιουλίου 2023. Η αποστολή του Ευκλείδη είναι τα επόμενα έξι χρόνια να διερευνήσει πώς η σκοτεινή ύλη και η σκοτεινή ενέργεια έχουν κάνει το Σύμπαν να έχει τη σημερινή του μορφή. Φαίνεται ότι το 95% του Σύμπαντος αποτελείται από αυτές τις μυστηριώδεις οντότητες. Για να αποκαλύψει τη «σκοτεινή» επιρροή στο ορατό Σύμπαν, ο Ευκλείδης θα παρατηρήσει τα σχήματα, τις αποστάσεις και τα μοτίβα δισεκατομμυρίων γαλαξιών σε απόσταση δέκα δισεκατομμυρίων ετών φωτός. Με αυτό τον τρόπο, θα δημιουργήσει τον μεγαλύτερο κοσμικό τρισδιάστατο χάρτη που δημιουργήθηκε ποτέ.
Τα επιστημονικά δεδομένα που προκύπτουν από τις εικόνες του Ευκλείδη θα αναλύσει η κοινοπραξία Euclid, που αποτελείται από περισσότερους από 2.000 επιστήμονες από 300 ινστιτούτα σε 13 ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Ιαπωνία.
[ΑΠΕ-ΜΠΕ]