Home USA Ιωάννης Κυμίσης, ο Έλληνας καθηγητής του Columbia που οραματίζεται ηλεκτρονικά συστήματα σε...

Ιωάννης Κυμίσης, ο Έλληνας καθηγητής του Columbia που οραματίζεται ηλεκτρονικά συστήματα σε κάθε επιφάνεια

Columbia Global Center / Endeavor Greece.

ΑΘΗΝΑ – [ΑΠΕ-ΜΠΕ]

Αυθεντία στην ανάπτυξη ηλεκτρονικών συστημάτων λεπτού υμενίου (thin-film electronics), ο ελληνικής καταγωγής καθηγητής του Πανεπιστημίου Columbia, Ιωάννης Κυμίσης (John Kymissis), οραματίζεται ένα μέλλον όπου τα ηλεκτρονικά θα μπορούν να τοποθετηθούν πάνω σε κάθε επιφάνεια, με στόχο την ανάπτυξη μιας νέας γενιάς συσκευών με εφαρμογές στην ιατρική, την ενέργεια, την ασφάλεια, την επικοινωνία και την παρακολούθηση των περιβαλλοντικών αλλαγών. Με το ίδιο πάθος επιχειρεί να γεφυρώσει την ελληνική ακαδημαϊκή έρευνα με την αγορά μέσα από το πρόγραμμα «Lab to Market», στο οποίο είναι επικεφαλής. 

   Η ανάπτυξη ανόργανων και οργανικών ηλεκτρονικών λεπτού υμενίου έχει ξεκινήσει μια νέα εποχή στα ηλεκτρονικά συστήματα δίνοντας τη δυνατότητα επεξεργασίας ηλεκτρονικά ενεργών υλικών σε χαμηλές θερμοκρασίες, σε σχέση με τα ευρέως χρησιμοποιούμενα τα ηλεκτρονικά πυριτίου (silicon electronics), όπου οι υψηλές θερμοκρασίες που απαιτούνται για τη δημιουργία τους έχουν περιορίσει την εφαρμογή του υλικού.

   Έχοντας ως εφόδια τις προπτυχιακές, μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του MIT, ο Ιωάννης Κυμίσης γοητεύτηκε από τον κόσμο των οθονών και αποφάσισε να εμβαθύνει στην τεχνολογία των λεπτών υμενίων που βρίσκονται στις σύγχρονες οθόνες. Το 2006 εντάχθηκε ως καθηγητής στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Columbia, όπου σήμερα τελεί και αντιπρύτανης Υποδομών και Καινοτομίας. 

   «Παρόλο που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν τα έχουν ακούσει, τα ηλεκτρονικά λεπτού υμενίου χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των οθονών στις τηλεοράσεις και τα κινητά τηλέφωνα», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ιωάννης Κυμίσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει, περίπου το 20% της παγκόσμιας αγοράς ηλεκτρονικών, αξίας άνω των 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, αφορά σε τέτοια συστήματα. Όμως, εκτός από τις οθόνες, ο κ. Κυμίσης εντοπίζει και άλλους σημαντικούς τομείς αξιοποίησης των ηλεκτρονικών λεπτού υμενίου, όπως τους αισθητήρες ακτίνων Χ. «Γενικότερα, υπάρχει μεγάλη δυναμική και τεράστια ευκαιρία για την τοποθέτησή τους σε κάθε επιφάνεια», τονίζει. 

   Οι εφαρμογές που έχει αναπτύξει η ομάδα του κ. Κυμίση περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων, νέους αισθητήρες για την ανάλυση της ροής του αίματος στον εγκέφαλο για τη χαρτογράφηση επιληπτικών κρίσεων, εμφυτεύσιμα μικρόφωνα σε κοχλιακά εμφυτεύματα, αλλά και συσκευές για αποθήκευση και μετατροπή ενέργειας υψηλής απόδοσης. Μία από τις εταιρείες στην οποία είναι συνιδρυτής εργάζεται αυτή την περίοδο στην τοποθέτηση περισσότερων ηλεκτρονικών λεπτού υμενίου πάνω σε ένα ρομποτικό χέρι. Άλλη έρευνα που διεξάγει σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο στοχεύει στην κατασκευή ενός πολύ μικρού μικροσκοπίου που εμφυτεύεται στον εγκέφαλο ποντικών για να παρακολουθεί πώς αντιδρά ο εγκέφαλος.

   Η έρευνα στο αντικείμενο αυτό είναι διεπιστημονική και η ομάδα συνεργάζεται στενά με γιατρούς, χημικούς, επιστήμονες υλικών, φυσικούς, για την εφαρμογή μιας σειράς λύσεων και για τη μελέτη της απόδοσης των συσκευών και των υλικών που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή αυτής της νέας γενιάς ηλεκτρονικών συστημάτων. «Συνολικά, χρησιμοποιούμε τις ίδιες τεχνικές, κατασκευάζουμε συγκεκριμένους τύπους συσκευών και άλλοι μας προσεγγίζουν με ιδέες για πιθανές εφαρμογές τους. Μου αρέσει στη δουλειά μου ότι βρίσκει παντού εφαρμογή», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κυμίσης. 

   Δεν είναι, ωστόσο, το συγκεκριμένο αντικείμενο έρευνας το μόνο που γεμίζει ενθουσιασμό τον Ιωάννη Κυμίση. Σπεύδει να προσθέσει ότι το καλύτερο στοιχείο της δουλειάς του είναι «ότι δουλεύω με φοιτητές και μεταδιδακτορικούς ερευνητές. Έχω την ευκαιρία να συνεργαστώ με μερικούς από τους πιο έξυπνους ανθρώπους στον κόσμο». 

   Το πρόγραμμα «Lab to Market» στην Ελλάδα

   Εκτός από τα ηλεκτρονικά συστήματα, ο Ιωάννης Κυμίσης ασχολείται ιδιαίτερα και με τα προγράμματα Επιχειρηματικότητας της Σχολής Μηχανικών του Columbia ενθαρρύνοντας τη μετατροπή της ακαδημαϊκής έρευνας σε βιώσιμα προϊόντα. Εξάλλου, έχει αναλάβει επικεφαλής καθηγητής του Πανεπιστημίου στο πρόγραμμα «Lab to Market», μια πενταετή πρωτοβουλία του Columbia και του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, με χρηματοδότηση από το Blavatnik Family Foundation, που επιχειρεί να χτίσει γέφυρες ανάμεσα στην έρευνα και στην αγορά, προσφέροντας σε ερευνητές και φοιτητές επιχειρηματικές δεξιότητες, καθοδήγηση και διασυνδέσεις για να μετατρέψουν τις ιδέες τους σε επιχειρήσεις. Το πρόγραμμα υλοποιείται από το Columbia Global Center in Athens και συνεργάζονται επίσης ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός «Endeavor Greece» και η πρωτοβουλία «Hellenic Initiative for Advanced Studies». 

   Ο κ. Κυμίσης εξηγεί ότι «στόχος του προγράμματος είναι να βοηθήσει τους συμμετέχοντες να κατανοήσουν την αγορά στην οποία εισέρχονται και να αναπτύξουν τις δεξιότητες για να παρουσιάσουν την πρόταση αξίας (value proposition) της ιδέας τους. Δεν ερχόμαστε λοιπόν εμείς με μια ιδέα, οι ιδέες προέρχονται από τους συμμετέχοντες, οι οποίοι πρέπει να κατανοήσουν πού υπάρχουν ανάγκες, τις οποίες μπορούν να καλύψουν με τις τεχνικές τους γνώσεις». 

   Τον ρωτάμε εάν υπάρχει μεγάλη απόσταση στην Ελλάδα από την έρευνα ως την υλοποίηση και την εμπορική αξιοποίησή της. «Στην Ελλάδα συμβαίνει το ίδιο που συμβαίνει παντού», απαντά και προσθέτει: «Πάντως, η Ελλάδα έχει ένα πολύ ισχυρό δίκτυο, τόσο εντός της χώρας όσο και με τους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υποστήριξη μικρών επιχειρήσεων και πιστεύω ότι το ΕΜΠ έχει πολύ υψηλό επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης και επίσης εξαιρετικούς φοιτητές και ερευνητές. Οπότε πιστεύω ότι όλα τα συστατικά υπάρχουν εδώ, όπως και μια σειρά από επιτυχίες στον τεχνολογικό τομέα». 

   Ο Ιωάννης Κυμίσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη, αλλά ο πατέρας του είναι από την Κύπρο και η μητέρα του από την Ελλάδα. Οι γονείς του γνωρίστηκαν ως φοιτητές Ιατρικής στην Ελλάδα και το 1972 μετακόμισαν στις ΗΠΑ στοχεύοντας να παραμείνουν για λίγα χρόνια. Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 τούς οδήγησε στην απόφαση να μείνουν στις ΗΠΑ περισσότερο και τελικά μόνιμα, αλλά η σύνδεση της οικογένειας με την Ελλάδα και την Κύπρο παραμένει ισχυρή.

   Νιώθετε έμπνευση από τις ελληνικές ρίζες σας, τον ρωτάμε. «Σίγουρα. Γι’ αυτό βρίσκομαι με το συγκεκριμένο πρόγραμμα εδώ. Ξέρετε, μου αρέσει να βρίσκομαι στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Είναι πραγματικά υπέροχο να βλέπεις πόσο ενθουσιώδεις είναι όλοι και πόσο υψηλό είναι το τεχνικό επίπεδο – πρόκειται για μια παράδοση χιλιάδων ετών και είναι απλά υπέροχο να μπορώ να είμαι μέρος αυτής». 

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here