ΑΘΗΝΑ – [ΑΠΕ-ΜΠΕ]
Μίνι οικοσύστημα Ελλήνων και Ελληνίδων startupers έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια στη Νέα Υόρκη, με δεκάδες καινοτόμους επιχειρηματίες να έχουν ιδρύσει νεοφυείς επιχειρήσεις στην αμερικανική πόλη είτε να ιχνηλατούν το έδαφος για συνεργασίες, πωλήσεις και επιχειρηματικές ευκαιρίες, κρατώντας τα τμήματα Έρευνας και Ανάπτυξής τους στην Ελλάδα, όπως επισημαίνει σε συνέντευξή της στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η δικηγόρος Νιόβη Χριστοπούλου, νομική σύμβουλος επιχειρήσεων και venture partner σε θέματα fintech (χρηματοοικονομικής τεχνολογίας), ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων και Τεχνητής Νοημοσύνης.
Η Νιόβη Χριστοπούλου, που εδρεύει στη Νέα Υόρκη, έχει διατελέσει νομική σύμβουλος του αμερικανικού κολοσσού της «Amazon» σε θέματα fintech επί διετία και, όπως λέει, σε έναν ρευστό και διαρκώς μεταβαλλόμενο κλάδο, όπως αυτός της τεχνολογίας, συχνά προσεγγίζει τα νομικά θέματα με τη λογική της μηχανικού, που αναζητά καινοτόμες λύσεις.
«Αρχής γενομένης το 2015, όταν το brain drain στην Ελλάδα άρχισε να γίνεται εντονότερο και πολλά νέα παιδιά έφευγαν στο εξωτερικό αναζητώντας διέξοδο, ήρθε στη Νέα Υόρκη μια μικρή, αρχικά, ομάδα Ελλήνων. Στη συνέχεια ήρθαν περισσότερες startups από την Ελλάδα, αναζητώντας άλλοτε χρηματοδότηση για ν’ αναπτυχθούν και άλλοτε συνέργειες, π.χ., για να δουν αν μπορούν να κάνουν πωλήσεις στην αμερικανική αγορά. Έχω υπόψη μου περίπου 50 τέτοιες περιπτώσεις entrepreneurs, εκ των οποίων κάποιοι έχουν μόνιμη παρουσία στη Νέα Υόρκη και άλλοι πηγαινοέρχονται συνέχεια. Αυτό είναι ιδιαίτερα καλό, γιατί στηρίζουν ο ένας τον άλλον» λέει η Νιόβη Χριστοπούλου, η οποία μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και την Αλεξάνδρα Γούτα, με αφορμή τη συμμετοχή της στο 3ο Φόρουμ της Ένωσης Ελληνικών Εταιρειών Αναδυόμενων Τεχνολογιών (HETiA).
Το «ξενιτεμένο» αυτό επιχειρηματικό οικοσύστημα στη Νέα Υόρκη άρχισε να δημιουργείται τη χρονιά των capital controls. Ήταν απόρροια κινητικότητας ανάγκης; «Όχι, θα έλεγα πως προέκυψε από συνδυασμό παραγόντων, όχι μόνο από την κρίση. Πρώτον, αρκετοί ταλαντούχοι άνθρωποι στράφηκαν στη δημιουργία startups, επειδή στα χρόνια της κρίσης τα αδιέξοδα ήταν πολλά. Όταν αυτή η δραστηριότητά τους άρχισε να αποδίδει και οι εταιρείες τους να ωριμάζουν, άρχισαν να έρχονται και στις ΗΠΑ, αναζητώντας περισσότερες ευκαιρίες. Δεύτερον, πολλές από τις καινοτόμες εταιρείες έχουν στο DNA τους την εξωστρέφεια, οπότε ήταν αναμενόμενο να επιδιώξουν αργά ή γρήγορα την επέκτασή τους σε αγορές του εξωτερικού με σημαντικές ευκαιρίες» εκτιμά.
Το θετικό brand της Ελλάδας
Η Νιόβη Χριστοπούλου παρακολουθεί το ελληνικό οικοσύστημα καινοτόμων επιχειρήσεων χρόνια τώρα, από διάφορες θέσεις. Από το δύσκολο 2012 όμως, όταν έγραφε στην αμερικανική έκδοση της «Huffington Post» ένα άρθρο με τίτλο «Greece: Making Lemonade When the Economy Throws Lemons at You» («Ελλάδα: φτιάχνοντας λεμονάδα όταν η οικονομία σού πετάει λεμόνια»), πολύ νερό έχει κυλήσει στο αυλάκι. «Το άρθρο αυτό το έγραψα μέσα στην κρίση, όταν γινόταν πανικός στην Ελλάδα. Αυτό που υπογράμμιζα ήταν το φοβερό ταλέντο των μηχανικών μας και το γεγονός ότι πρέπει να εστιάσουμε στην επιχειρηματικότητα. Νομίζω πως γενικά βρισκόμαστε σε καλό σημείο πλέον. Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει ένα θετικό brand διεθνώς μετά από πάρα πολύ καιρό, καθώς μόλις μερικά χρόνια πριν, δεν αγόραζε κανένας ελληνικά “χαρτιά” (μετοχές) κι οι θεσμικοί επενδυτές ήταν τρομερά επιφυλακτικοί απέναντι στη χώρα. Αυτό έχει αναστραφεί και παίζει ρόλο και η μακροοικονομική πρόβλεψη για την Ελλάδα, που πάει κόντρα στο αρνητικό διεθνές οικονομικό κλίμα. Υπάρχει ανάπτυξη, σταθερότητα και παράλληλα υπάρχει έντονη δραστηριότητα στο πεδίο της καινοτομίας και της τεχνολογίας, η οποία ευνοεί την Ελλάδα» σημειώνει και προσθέτει ότι η Ελλάδα ωφελείται πάρα πολύ και από την ελληνική διασπορά, που στηρίζει τη χώρα και ταυτόχρονα φέρνει ιδέες από το εξωτερικό. Όπως λέει, υπάρχουν πάρα πολλοί Έλληνες σε θέσεις-κλειδιά σε μεγάλα επενδυτικά funds και εταιρείες κολοσσούς του εξωτερικού και η επικοινωνία μαζί τους δεν είναι δύσκολη.
Πώς θα μπορούσε να γίνει πιο «ορατό» διεθνώς το ελληνικό οικοσύστημα καινοτόμου επιχειρηματικότητας; «Θα υποστήριζα πολύ ισχυρά τη δημιουργία ενός επιχειρηματικού accelarator (επιταχυντή) για τις ελληνικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό, πιθανώς και με στήριξη από την ελληνική κυβέρνηση, ώστε οι εξωστρεφείς εταιρείες να υποστηριχθούν οργανωμένα και συντονισμένα. Η Γερμανία, για παράδειγμα, δημιούργησε accelarators στη Νέα Υόρκη και σε άλλες σημαντικές για την καινοτομία πόλεις ανά τον κόσμο, έχοντας να επιδείξει unicorns (εταιρείες-μονόκεροι), όπως η Celonis, που στηρίχθηκαν από αυτά τα προγράμματα. Νομίζω ότι, τηρουμένων των αναλογιών, μπορεί να κάνει κάτι ανάλογο και η Ελλάδα και να περάσει στο επόμενο στάδιο της επιχειρηματικότητας, βασισμένο σε στρατηγική εξωστρέφεια» λέει, ενώ αναφερόμενη στις ιστορίες επιτυχίας του ελληνικού οικοσυστήματος υπενθυμίζει την περίπτωση της «Viva Wallet» (το 48,5% του μετοχικού κεφαλαίου της οποίας πέρασε στη JP Morgan), αλλά και την πορεία της «Workable» και παλαιότερα της «Taxibeat». «H Ελλάδα δεν συνιστά πλέον μειονέκτημα ως επενδυτικός χώρος» λέει χαρακτηριστικά.
Οι Έλληνες μηχανικοί ν’ αρχίσουν να μιλούν και τη γλώσσα των πωλήσεων
Οι μεγάλες ξένες εταιρείες που έρχονται στην Ελλάδα συχνά «κλέβουν» ανθρώπινο ταλέντο υψηλής εξειδίκευσης από τις ελληνικές. Πώς βλέπει να εξελίσσεται αυτή η τάση; «Ναι, οι μεγάλες ξένες εταιρείες κλέβουν ελληνικό ταλέντο, αλλά παράλληλα, το ταλέντο αυτό εκπαιδεύεται και ωριμάζει μέσα στις πολυεθνικές και έπειτα επανέρχεται και δυναμώνει τις ελληνόκτητες εταιρείες ή αυτονομείται και ιδρύει τις δικές του επιχειρήσεις. Έχει λοιπόν και καλά και κακά στοιχεία αυτή η τάση, γιατί από τη μία οι μεγάλες εταιρείες προφανώς απορροφούν τα ταλέντα και επειδή είμαστε σχετικά μικρή αγορά, τα στερούν από μικρές ελληνόκτητες, αλλά από την άλλη τα εκπαιδεύουν και τα εξελίσσουν. Το πρόβλημα της έλλειψης μηχανικών βέβαια, δεν είναι μόνο ελληνικό. Είναι συνταρακτικό ότι ενώ ο Bill Gates ήδη από το 1997 έκανε εκστρατεία για να σπουδάζουν οι άνθρωποι στην Αμερική μηχανικοί, σήμερα γενικά στον κόσμο δεν βρίσκεις αρκετούς μηχανικούς, που είναι το “αίμα” των καινοτόμων επιχειρήσεων» λέει.
Αναφερόμενη στους Έλληνες και Ελληνίδες μηχανικούς σημειώνει πως χρειάζεται να αρχίσουν να μιλούν περισσότερο τη γλώσσα των πωλήσεων και του μάρκετινγκ. «Αυτό δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να υποστηριχθεί πιο στρατηγικά, αλλά γνωρίζω ότι είναι ένα σημείο στο οποίο η Ελλάδα χωλαίνει. Οι Έλληνες μηχανικοί είναι τρομερά μυαλά και πολύ καλά εκπαιδευμένοι, αλλά, ειδικά οι νεότεροι, θα μπορούσαν ίσως να ωφεληθούν από προγραμματα που θα εστίαζαν στις πωλήσεις και το business development, ώστε αυτά τα ταλέντα να μιλάνε καλύτερα τη γλώσσα της αγοράς, χαρακτηριστικό των ξένων συναδέλφων τους, που γνωρίζουν και πώς να “πουλάνε” την εταιρεία για την οποία εργάζονται» παρατηρεί.
Μεγάλες ευκαιρίες στο fintech στην επόμενη τριετία
Η Ελλάδα κατά γενική παραδοχή είναι δύσκολο να αναπτύξει βαριά βιομηχανία, αλλά σε ποιους επιμέρους τομείς του ευρύτερου χώρου της τεχνολογίας θα μπορούσε να χτίσει προστιθέμενη αξία; «Στο fintech, ένα πεδίο με το οποίο έχω ασχοληθεί κι εγώ πολύ στην Amazon, πιστεύω πως θα υπάρχουν τρομερές ευκαιρίες τα επόμενα δύο-τρία χρόνια, μεταξύ άλλων και επειδή η ΕΕ προωθεί μέτρα για την αποκέντρωση της χρήσης δεδομένων από τις τράπεζες. Ευκαιρίες νομίζω πως θα υπάρχουν και στον χώρο της υγείας, το health tech, ίσως σε συγκεκριμένες εφαρμογές της Τεχνητής Νοημοσύνης και ενδεχομένως στην ανάπτυξη λογισμικού γύρω από προϊόντα, μεταφορές, logistics και φιλοξενία, όπως και στους ημιαγωγούς ειδικά με το EU Chips Act» εκτιμά.
Η τεχνολογία συνήθως τρέχει πολύ ταχύτερα από τη νομοθεσία. Πώς επηρεάζει αυτή η πραγματικότητα την καθημερινή επαγγελματική ζωή ενός/μιας νομικού; «Μου άρεσε πάντα να προσεγγίζω τα νομικά λίγο ως μηχανικός, δηλαδή για να επιλύσω προβλήματα. Κι αυτό με συναρπάζει και στην Αμερική. Εκεί η νομική προσέγγιση δεν ψάχνει βεβιασμένες βεβαιότητες γύρω από τις λύσεις. Είναι πολύ πιο άνετη με το ρίσκο και το (νομικό) κενό. Σίγουρα, η νομοθεσία δεν μπορεί να προλάβει την τεχνολογία, αλλά μπορεί να μην τη φοβάται, να μην την αναχαιτίζει. Για να προσεγγίσεις νομικά τις νέες τεχνολογίες όπως είναι η Τεχνητή Νοημοσύνη, θα πρέπει πρώτα να καταλάβεις πάρα πολύ καλά τα προϊόντα. Δεν μπορείς να κάθεσαι στο γραφείο σου και να περιμένεις να βρεις τη λύση. Πρέπει να συνεργαστείς στενά με τους μηχανικούς για να καταλάβεις με λεπτομέρειες πώς λειτουργεί το προϊόν σε επίπεδο APIs (διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών) αν χρειαστεί κτλ. Δηλαδή θέλει να έχεις αφοσίωση αν θέλεις να είσαι αποτελεσματικός ως νομικός, ιδίως όταν τα γεγονότα και τα δεδομένα αλλάζουν συνέχεια» εξηγεί.
Η Νιόβη Χριστοπούλου μεγάλωσε στην Αθήνα, τελείωσε τη Νομική Αθηνών και έφυγε σχεδόν αμέσως για τη Νέα Υόρκη, όπου συνέχισε τις σπουδές της στη Νομική του Πανεπιστημίου Κολούμπια. Στη συνέχεια εργάστηκε σε διεθνείς δικηγορικές εταιρείες στους τομείς των συγχωνεύσεων και εξαγορών εταιρειών και των επενδύσεων. Ένας επόμενος επαγγελματικός σταθμός της ήταν η συνεργασία με μια startup χρηματοοικονομικής τεχνολογίας στη Νέα Υόρκη, η οποία της …κόλλησε τον ιό της καινοτομίας. «Αντιλήφθηκα ότι μου άρεσε πολύ να εμπλέκομαι σε θέματα καινοτομίας σε πολλαπλά επίπεδα» λέει και προσθέτει ότι σε αυτή την αγορά βρήκε ένα μεγάλο πεδίο δράσης πέρα από τα νομικά, στη στρατηγική, την επιχειρηματικότητα και τα operations, κάτι που την οδήγησε σε ένα νευραλγικό ρόλο στα συστήματα πληρωμών της Amazon. «Πάντα απολάμβανα να συνδράμω τον entrepreneur ως προς το πώς να κινηθεί και πώς να μιλήσει τη γλώσσα του επενδυτή, κάτι που ειδικά στην Αμερική είναι πάρα πολύ ιδιαίτερο, το πώς παρουσιάζεις, το πώς κινείσαι…» εξηγεί, βάσει της εμπειρίας της και του ρόλου της σε κεφάλαιο επιχειρηματικών συμμετοχών για χρηματοδοτήσεις early stage (πρώιμου σταδίου), με έδρα τη Νέα Υόρκη._