«Ἡ Παρθένος σήµερον τὸν ὑπερούσιον τίκτει»
(Κοντάκιον τῶν Χριστουγέννων)
Προσφιλεῖς ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφὲς ἐν Χριστῷ,
Μέσα στὴν ἀτµόσφαιρα τῶν ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων, ἡ ὑµνογραφία τῆς Ἐκκλησίας µᾶς ἐπαναφέρει στὸ βαθύτερο νόηµα τῆς µεγάλης αὐτῆς ἑορτῆς, ὥστε νὰ ἀναλογιστοῦµε αὐτὸ τὸ µεγάλο θαῦµα τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου µας καὶ νὰ γεµίσουν οἱ καρδιές µας µὲ ὑπέρλαµπρη χαρά, ὅπως οἱ Ἄγγέλοι, οἱ Ποιµένες καὶ οἱ Μάγοι. Ἡ γέννηση τοῦ ἄρχοντα τῆς εἰρήνης, ἡ ὁποία λαµβάνει χώρα σὲ µία ταπεινὴ σπηλιὰ στὴ Βηθλεέµ, παρουσίᾳ τῶν ἄλογων πλασµάτων, εἶναι τὸ θαῦµα τῶν θαυµάτων. Διότι, ὅπως µᾶς διαβεβαιώνει καὶ τὸ κοντάκιο τοῦ ἁγίου Ρωµανοῦ τοῦ Μελωδοῦ, ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἶναι ὑπεράνω κάθε δυνατῆς νοήσεως καὶ κάθε ἀνθρώπινης κατανοήσεως, «ὁ ὑπερούσιος», γίνεται ἄνθρωπος, ἀπὸ τὴ µήτρα τῆς Παρθένου.
Πρόκειται γιὰ ἔκφραση τῆς ὑπέρτατης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς ὅλη τὴν κτίση. Διότι, ὅπως λέει ὁ εὐαγγελιστής, «Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσµον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν µονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν µὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 3,16). Καὶ εἶναι ταυτόχρονα πράξη ὕψιστης ἀγάπης τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ Θεό. Διότι ἡ Παρθένος δέχθηκε νὰ γίνει ὁ ζωντανὸς ναὸς τοῦ Θεοῦ, προσφέροντας τὸ ἴδιο της τὸ σῶµα, γιὰ νὰ δοθεῖ ἡ ἀνθρώπινη φύση κατὰ τὴν ἐνσάρκωση τοῦ Θεοῦ. Γιὰ ἐννέα µῆνες φιλοξένησε τὸν Κύριο τοῦ σύµπαντος στὴ µήτρα της, ὥσπου ἔφθασε ἡ στιγµή «ὁ ὑπὲρ πάντων τῶν ὄντων» νὰ ἐξέλθει στὸν εὔθραυστο καὶ δοκιµαζόµενο αὐτὸ κόσµο.
Ὡς νεογέννητο καὶ εὐάλωτο βρέφος, ἐξαρτώµενο κατὰ πάντα ἀπὸ τὴ µητέρα του καὶ ἀπὸ ὅσους τὴν περιέβαλλαν, βρίσκοντας ἀσφάλεια, τροφὴ καὶ προστασία, ὁ Κύριος καὶ Θεός µας εἰσέρχεται στὴν ἀνθρώπινη ἐµπειρία, ὥστε καὶ ἐµεῖς, µὲ τὴ σειρά µας, νὰ εἰσέλθουµε στὴ θεία ζωή. Διότι καθένας ἀπὸ ἐµᾶς ἔχει πλέον τὴ δυνατότητα νὰ ἑλκύσει µέσα στὴν καρδιά, τὸν νοῦ καὶ τὴν ψυχή του τὴν πληρότητα τοῦ Θεοῦ ὡς «χάριν ἀντὶ χάριτος» (Ἰωάν. 1,16). Τὸ εὐάλωτο τῆς ὑπάρξεώς µας γίνεται τὸ εὐάλωτο τοῦ ἐνσαρκωµένου Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἐνῷ τὸ πνεῦµα τῆς χάριτος διαποτίζει πλέον κάθε πτυχὴ τῆς κτίσεως.
Γι᾽ αὐτό, ἀγαπητοί µου ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφὲς ἐν Χριστῷ, ἄς ἀγκαλιάσουµε τὸ νεογέννητο τῆς Βηθλεέµ, ποὺ γεννᾶται µέσα στὴ σπηλιὰ τῆς καρδιᾶς µας. Εἶναι πρᾶο καὶ ταπεινὸ καὶ γνωρίζει πόσο ἐκτεθειµένη καὶ εὐάλωτη εἶναι ἡ ἀνθρώπινη φύση µας, διότι τὴν ὑπέµεινε γιὰ χάρη µας. Ἄς γεµίσουµε, λοιπόν, τὴ ζωή µας µὲ τὰ χαρίσµατα ποὺ µᾶς δίνει ἁπλόχερα, δηλαδὴ τὴν ἀγάπη, τὸ ἔλεος, τὴ συµπόνια, τὴν πραότητα καὶ τὴ συγχώρηση. Καὶ ὅπως ἡ Παρθένος τὸν ἔβλεπε νὰ αὐξάνει µέσα στὴ µήτρα της, ἄς ἀτενίσουµε καὶ ἐµεῖς τὸ θαῦµα τῆς παρουσίας του µέσα στὴ ζωή µας, ἀλλὰ καὶ µέσα στὶς κοινότητές µας, δοξολογώντας τὸ ἅγιο ὄνοµά του.
Χριστὸς γεννᾶται! Δοξάσατε!
† ὁ Ἀµερικῆς Ἐλπιδοφόρος




