«Κλείσε μέσα στη ψυχή σου την Ελλάδα και θα αισθανθείς
μέσα σου να λαχταρίζει κάθε είδος μεγαλείου.»
Του Δρ. Νίκου Δ. Κοκκώνη
Στις 9 Φεβρουαρίου του 1857, η Κέρκυρα, και μαζί της όλη η Ελλάδα, βυθιζόταν στο πένθος. Την ημέρα αυτή ο εθνικός μας ποιητής, Διονύσιος Σολωμός, αυτός που είχε γράψει το άσμα των ασμάτων για την πατρίδα μας, δεν ζούσε πια.
Ο Σολωμός είδε το φως της ζωής του στο νησί του Αγίου Διονυσίου, την Ζάκυνθο, στις 8 Απριλίου 1798, την εποχή που τα Επτάνησα είχαν περιέλθει στην κατοχή των Ρώσων και των Τούρκων, μετά την περίοδο κυριαρχίας των Γάλλων.
Από μικρός, κάθε Κυριακή ήταν στη εκκλησία, στον Άγιο Γεώργιο. Εκεί έβρισκε εξαιρετική ευχαρίστηση να διαβάζει τον «Απόστολο» και να παρακολουθεί τη λειτουργία. Μελετούσε την Αγία Γραφή και αποστήθιζε ψαλμούς του Δαυϊδ και τεμάχια από τον Ιώβ.
Αν και μιλούσε Ελληνικά με την μητέρα του, η μόρφωση του ήταν κυρίως ιταλική. Ένα χρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του (1808) πηγαίνει (συνοδευόμενος από τον δάσκαλο του, τον Ιταλό ιερωμένο Don Santo Rossi) στην Ιταλία να συνεχίσει τις σπουδές του, πράγμα σύνηθες για παιδιά των αριστοκρατικών οικογενειών εκείνη την εποχή. Ήταν μόλις δέκα ετών.
Παρακολουθεί το Λύκειο της Cremona, και αποφοιτά το 1815. Στη συνέχεια σπουδάζει Νομικά στο πανεπιστήμιο της Pavia. Κερδίζει βραβεία ευγλωττίας. Τα φιλολογικά σαλόνια ανοίγονται στον ευγενή και πνευματώδη νέο. Γνωρίζει διαπρεπείς εκπροσώπους της λογοτεχνικής κίνησης. Μυείται στον ρομαντισμό. Επηρεάζεται από τις ιδέες του γαλλικού διαφωτισμού και πιστεύει στη ανάγκη της επέκτασης της παιδείας σ’ όλο το λαό.
ΤΟ 1818 Ο ΣΟΛΩΜΟΣ επιστρέφει εικοσαετής στη Ζάκυνθο. Τα πάντα έχουν αλλάξει τώρα. Τα Επτάνησα έχουν περάσει στους Άγγλους και οι αναταραχές δεν είναι τόσο έντονες. Εκεί βρίσκει ένα νέο κύκλο ανθρώπων με ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία.
Το 1822 γνωρίζει και τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, ο οποίος του κάνει μαθήματα ελληνικών. Φιλελεύθερος και με αυστηρή ηθική και βαθιά χριστιανική πίστη, ο Σολωμός ανέρχεται στην κορυφή της τοπικής κοινωνικής και πνευματικής ιεραρχίας. Γράφει ιταλικά και αυτοσχεδιάζει σονέτα. Ο μηχανισμός της σκέψης του γίνεται ακόμα στη ιταλική. Σύντομα, όμως, βελτιώνονται τα ελληνικά του.
Υπό την επήρεια του Ευρωπαϊκού ρομαντισμού, που ήταν τότε στο απόγειο του, γράφει τα πρωτόλεια ελληνικά ποιήματα του που πήραν το όνομα «Παιχνιδίσματα της Σολωμικής Μούσας». Πολλά από αυτά έγιναν λαϊκά τραγούδια που ακόμα τραγουδιούνται στη Ζάκυνθο από τους φιλόμουσους κατοίκους της.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 αποκαλύπτει στον ποιητή την ελευθερία, την αρετή, και την ψυχή της Ελλάδας. Η βαρβαρότητα του κατακτητή τον συγκλονίζει. Τώρα αλλάζει η συνείδηση του. Ο κόμης της Ζάκυνθος γίνεται Έλληνας επαναστάτης. Εξοικειωμένος με την ελληνική γλώσσα, τη χειρίζεται με άνεση και επιλέγει να εκφραστεί στη δημοτική. Από εδώ και εμπρός θα προσπαθήσει να κατακτήσει την ελληνικότητα. Τώρα θα δει το φως ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» και η «Ωδή εις Μπάϊρον.

Ο «Ύμνος» είναι από τα μεγαλύτερα ποιήματα του (158 στροφές) και ένα υπέροχο ποίημα. Τον έγραψε ο ποιητής σε ηλικία μόλις 25 χρόνων τον Μάιο του 1823, μέσα σε ένα μήνα, κάτω από ένα πουρνάρι στο Λόφο του Στράνη στη Ζάκυνθο, και σε μια διάθεση λυρικού καλπασμού. Ο Λόφος, ένα πάρκο ανάμεσα σε ελαιοδεντρα και πεύκα, προσφέρει μια πανοραματική θέα με το Μεσολόγγι να διακρίνεται απέναντι στο βάθος. Είχα την καλή τύχη ένα καλοκαίρι να βρεθώ εκεί προσκυνητής, καλεσμένος στο νησί από εκπαιδευτικό φίλο. Δεν θα υπήρχε, νομίζω, πιο κατάλληλο σημείο ιστορικής αναφοράς του Ύμνου, με τον ποιητή να εμπνέεται ακούγοντας τα κανόνια του αγώνα.
Στον «Ύμνο» ο Σολωμός ορίζει την ελευθερία, την Ελλάδα, την πίστη του έθνους μας και την ιστορία του παρελθόντος και του παρόντος. Δίνει νόημα στον αγώνα του ’21, στις μάχες και τις σφαγές. Διδάσκει τα ολέθρια της διχόνοιας (αιώνιο ανάθεμα της φυλής μας) και τα καλά της ομόνοιας. Ο τροχαϊκός ρυθμός, δηλαδή, η εναλλαγή μιας τονισμένης συλλαβής με μια άτονη, κατέστησε το κείμενο γοργό και άγρυπνο:
«Σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή
σε γνωρίζω από την όψη
που με βια μετράει τη γη…»
Ο «Ύμνος» μεταφράστηκε σύντομα σε πολλές ξένες γλώσσες. Οι κριτικοί μίλησαν για νέο Σιμωνίδη, Αλκαίο και Πίνδαρο. Η φήμη του ποιητή ξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο, και ο «Ύμνος» ενίσχυσε το φρόνημα του αγώνα του 1821 και συνέβαλε στην προσπάθεια της απελευθέρωσης.
ΤΟ 1828 Ο ΣΟΛΩΜΟΣ εγκαθίσταται μόνιμα στο νησί των Φαιάκων, σημαντικό πνευματικό κέντρο των Επτανήσων τότε, με την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας. Αποκτά φίλους και περιστοιχίζεται από διακεκριμένους θαυμαστές του: τον Ιάκωβο Πολυλά, τον Νικόλαο Μάντζαρο, και άλλους. Μέσα σ’αυτή την ατμόσφαιρα θα αρχίσει ο ποιητής να δουλεύει τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» για το έπος του Μεσολογγίου.
Γρήγορα αποσπά την πανελλήνια αναγνώριση. Το 1849 παρασημοφορείται με το ανώτατο βασιλικό παράσημο (Χρυσός Σταύρος του Τάγματος του Σωτήρος) από τον Όθωνα, «διότι με την ποίηση του διέγειρε τα αισθήματα του λαού στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία». Το παράσημο, όμως, θα μείνει κλεισμένο στο συρτάρι του γραφείου του, γιατί ο ποιητής ήταν μετριόφρων, ασυγκίνητος από τέτοιες διακρίσεις και αναγνωρίσεις.
Από το 1851 η υγεία του ποιητή αρχίζει να κλονίζεται ανεπανόρθωτα, με συνεχή εγκεφαλικά επεισόδια. Το τέλος της ζωής του θα ήταν άδοξο.
ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1857, ο Σολωμός άφησε την τελευταία πνοή του στην Κέρκυρα, ύστερα από εγκεφαλικές συμφορήσεις, δυο μήνες πριν συμπληρώσει 59 χρόνια ηλικίας. Το μαντάτο του θανάτου του ξαπλώθηκε αστραπιαία σε όλη την Ελλάδα. Ο ποιητής του «Ύμνου», ο φλογερός υμνητής της Ελληνικής Επανάστασης, δεν υπήρχε πια. Την ημέρα εκείνη η Ελλάδα ζούσε την αρχή της αθανασίας του.
Αναφέρεται πως την ώρα του θανάτου του βρέθηκαν κοντά του ο Γεράσιμος Μαρκοράς (μαθητής του), που του «έκλεισε τα μάτια», και ο Ιάκωβος Πολυλάς και πως, αργότερα, ήρθε και ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Η κηδεία του υπήρξε πάνδημος. Ο Δήμος Κερκυραίων κήρυξε δημόσιο πένθος και ματαίωσε κάθε προγραμματισμένη γιορτή και εκδήλωση, μαζί τους και τις Απόκριες της χρονιάς. Το θέατρο της Κέρκυρας έκλεισε. Η Ιόνιος Βουλή σταμάτησε τις εργασίες της. Όλα τα μέλη της Φιλαρμονικής έλαβαν μέρος στη μεγαλοπρεπή νεκρική πομπή παίζοντας λυπητερά τεμάχια, με «πένθιμα ενδύματα» τοποθετημένα στα τύμπανα. Επικήδειους λόγους ξεφώνησαν μεταξύ άλλων ο Σπύρος Μελισσηνός και ο Μαρκοράς. Ο Βαλαωρίτης του αφιέρωσε ένα μεγαλόπνοο ποίημα.

Τα κόκκαλα του ποιητή έμειναν οκτώ χρόνια στη Κέρκυρα, και το 1865 μεταφέρθηκαν στη γενέτειρα του Ζάκυνθο. Τον ίδιο χρόνο, οι 24 πρώτες στροφές του «Ύμνου» καθιερώθηκαν ως Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας. (Από αυτές οι δυο πρώτες τραγουδιόνται σε επίσημες τελετές και συνοδεύουν την έπαρση και υποστολή της σημαίας μας.) Ήταν μια άλλη επίσημη αναγνώριση του Σολωμου στην κυρίως Ελλάδα.
Ο ΣΟΛΩΜΟΣ ΑΦΗΣΕ πίσω του μια μεγάλη προσφορά στα ελληνικά γράμματα. Ήταν αυτός που αξιοποίησε το δημοτικό τραγούδι. Αυτός που πρωτοπόρησε στη συστηματική καλλιέργεια της δημοτικής γλώσσας και άνοιξε το δρόμο για τη χρησιμοποίηση της από μεταγενέστερους λογοτέχνες. Ήταν αυτός που εξέφρασε με τον πιο μεγαλειώδη τρόπο τον αγώνα του λαού μας για ελευθερία. Ήταν ο πατέρας της νεοελληνικής λογοτεχνίας μας.
Η πνευματική πηγή του Σολωμού συνεχίζει να αρδεύει ακατάπαυστα τα πεδία της πνευματικής μας ζωής. Ίσως υπάρχουν στην παγκόσμια λογοτεχνία ποιητές μεγαλύτεροι από τον Σολωμό, όμως πόσοι έχουν την ηθική ενότητα, την ηθική συνέπεια της ποίησής του; Ο Σολωμός δεν ήταν μόνο μια κορυφαία πνευματική προσωπικότητα, αλλά και μια ηθική μεγαλοφυΐα.
Ας πανηγυρίσουμε φέτος τον Διονύσιο Σολωμό στο 167ο πνευματικό μνημόσυνο του σαν έναν πνευματικό ήρωα. Ένας αθάνατος του ’21 υπήρξε και αυτός. Άλλοι πολέμησαν για την ελευθερία μας με το σπαθί τους, αυτός με την πένα του. Το έργο του αποτελεί εθνικό μας απόκτημα.
Άξιζε λοιπόν να καθιερωθεί (2017) η ημέρα μνήμης του, 9 Φεβρουαρίου, ως Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας.
*Ο Δρ Νίκος Δ. Κοκκώνης, Ph. D., είναι πανεπιστημιακός καθηγητής, συγγραφέας και αρθρογράφος.
www.ΜyΑrcadiaΒooks.com
