Home ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ Για όλα υπάρχει χρόνος και κατάλληλος καιρός

Για όλα υπάρχει χρόνος και κατάλληλος καιρός

«Η γέφυρα ξεπρόβαλλε περήφανη μπροστά μας...»

           Γράφει ο Δρ Νίκος Δ. Κοκκώνης

          ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ του 2004.

          Η σύζυγος μου (Πόπη) κι εγώ βρισκόμασταν στην Τρίπολη για τις θερινές διακοπές μας. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας, που είχαμε ζήσει από κοντά, είχαν τελειώσει. Η Ελλάδα είχε προσθέσει έναν ακόμα άγιο στο εορτολόγιο της, τον Άγιο Όττο τον Θαυματουργό, και εμείς, σε μία εβδομάδα, θα γυρνούσαμε στο Σικάγο.

          Το πρωί μιας ημέρας, το τηλέφωνο χτύπησε. Ήταν ο Δημήτρης, ένας καλός οικογενειακός φίλος, που ήθελε να μάθει αν ενδιαφερόμασταν για ένα ταξιδάκι.       

          «Πού;» τον ρώτησα.

          «Στη Ναύπακτο, για να δούμε την καινούργια γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου. Το ‘χω όνειρο, αλλά όπως ξέρετε, δεν οδηγώ πια. Η Βιβή κι εγώ θέλουμε να σας κεράσουμε εκεί, γιατί θα σας χάσουμε σε λίγο.»

          Ναύπακτος! Δεν περίμενα ποτέ ν’ ακούσω κάτι τέτοιο. Το τηλέφωνο ξύπνησε μέσα μου μια παλιά, κρυφή επιθυμία για την οποία ποτέ δεν είχα μιλήσει.

          ΗΜΟΥΝ φοιτητής στο Σικάγο, λίγους μήνες μετά την άφιξή μου, όταν στο μάθημα ευρωπαϊκής ιστορίας, ο καθηγητής αναφέρθηκε στη «Μάχη του Λεπάντο». Την παρουσίαζε ως μία από τις πιο σημαντικές ναυμαχίες στην παγκόσμια ιστορία που είχε γίνει στην Ελλάδα.

          Λεπάντο; Ποτέ μου δεν είχα ακούσει για τόπο με τέτοιο όνομα στη χώρα μας, αν και η γεωγραφία ήταν από τα πιο αγαπητά μου μαθήματα στο σχολείο. Ντρεπόμουν να πλησιάσω τον καθηγητή μετά τη διάλεξη και να του εξομολογηθώ την αδαημοσύνη μου. Κι έτσι, το όλο θέμα ξεχάστηκε.

          Ξεχάστηκε; Μα πώς να ξεχαστεί που εκ φύσεως είμαι περίεργος και δεν ησυχάζω με τέτοιους γρίφους; Κι έτσι, η Μάχη του Λεπάντο μπήκε στο υποσυνείδητό μου.

          Όταν, ύστερα από χρόνια, στο μάθημα ισπανικής λογοτεχνίας, η καθηγήτρια επισήμανε πως ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες, «όταν ήταν 24 χρόνων, πολέμησε στη Μάχη του Λεπάντο,» ένιωσα πως ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι—και δεν μπορούσα να ζω πια με ντροπή.

          Ευτυχώς ήρθε ο καιρός που οι προσωπικοί υπολογιστές έγιναν οικιακά αντικείμενα. Πατώντας μερικά κουμπιά στο πληκτρολόγιο του δικού μου υπολογιστή, έμαθα πως το «Λεπάντο» ήταν όντως ελληνικό! Ήταν η δική μας γοητευτική Ναύπακτος, το παραθαλάσσιο στολίδι της χώρας μας, που το αγκαλιάζουν τα κρυστάλλινα νερά του Κορινθιακού Κόλπου. Μια από τις παλαιότερες ελληνικές πόλεις, βουτηγμένη στην ιστορία, που στη γη της είχαν περπατήσει και οι Δωριείς. Όταν έγινε η μεγάλη μάχη, η πόλη είχε περάσει στην εξουσία των Ενετών και είχε λάβει την ονομασία «Lepanto».

          ΤΩΡΑ, η επιθυμία μου να επισκεφτώ την ιστορική πόλη έγινε ακατανίκητη. Όχι γιατί ήμουν μαγεμένος από την ιστορία. Ούτε καν λάτρης της ήμουν. Όμως, από τότε που είχα διαβάσει στο γυμνάσιο το βιβλίο «Οι Μεγάλες Ώρες της Ανθρωπότητας» του Στέφαν Τσβάιχ, με ενδιέφεραν πολύ τα μεγάλα, σαρωτικά γεγονότα που είχαν διαμορφώσει τον κόσμο. 

          Ακριβώς ένα τέτοιο «γεγονός» ήταν κι η Μάχη του Λεπάντο στις 7 του Οκτώβρη το 1571. Η θρυλική μάχη, μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της «Ιερής Συμμαχίας» των δυτικών χριστιανικών δυνάμεων, ήταν η μεγαλύτερη ναυμαχία από την αρχαιότητα. Μια μάχη όχι μόνο στρατιωτών, αλλά και πολιτισμών. 

          Παρόλο που η ναυμαχία κράτησε μόνο μια ημέρα, ήταν καθοριστική, με την «Ιερή Συμμαχία» να θριαμβεύει επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η μάχη όχι απλώς επιβεβαίωσε στη Δύση ότι οι Οθωμανοί Τούρκοι, που είχαν τρομοκρατήσει την Ευρώπη, μπορούσαν να ηττηθούν, αλλά και σηματοδότησε το τέλος της επέκτασης τους στη Μεσόγειο και την Ευρώπη. 

          Όπως θα έγραφε αργότερα στον πρόλογο του δεύτερου μέρους του «Δον Κιχώτη» ο Θερβάντες (1547-1616), η μάχη ήταν «το πιό αξιομνημόνευτο και υπέρτατο γεγονός που έζησαν οι τελευταίοι αιώνες και δεν αναμένεται να ξαναζήσουν οι επερχόμενοι.» 

          Ήθελα από χρόνια να επισκεφτώ τη Ναύπακτο, την πόλη που θα μένει για πάντα χαραγμένη στα χρονικά της ιστορίας, αλλά δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να το κάνω. Όταν, όμως, ο Δημήτρης μας πρότεινε το ταξίδι, κατάλαβα ότι τώρα η ευκαιρία μου χτυπούσε την πόρτα.

          ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ καλύτερη παρέα για την εκδρομή από τον Δημήτρη και τη Βιβή. Ευγενέστατοι, καλοσυνάτοι άνθρωποι, κι από τους πιο αγαπητούς φίλους που είχαμε κάνει τα καλοκαίρια στην Τρίπολη. 

«Δεν υπήρχε καλύτερη παρέα για την εκδρομή από τον Δημήτρη και τη Βιβή»

          Στα ογδονταπέντε χρόνια του, ο Δημήτρης κουβαλούσε την ήρεμη δύναμη κάποιου που έχει αφιερώσει μια ζωή στο πάθος του. Στην ακμή του, ήταν ο ευκίνητος τερματοφύλακας του «Αστέρα»  στην Τρίπολη, γνωστός για τα γρήγορα αντανακλαστικά του και την ακλόνητη εστίασή του ανάμεσα στα δοκάρια. Είχα κι εγώ το ίδιο πάθος, αλλά όχι τόσο έντονο.

          Η Βιβή, κολλητή της Πόπης, ήταν μια εξαίρετη κυρία. Η φωνή της είχε μια απαλή, ήρεμη ποιότητα και τα μάτια της, ένα βαθύ, ευγενικό καστανό, άστραφταν με μια φιλόξενη οικειότητα. Οι καφέδες και τα σπιτίσια γλυκά κουταλιού που είχαμε απολαύσει στο σπίτι της ήταν απαράμιλλα. Ήταν και άριστη μοδίστρα. Η ραπτική της δημιουργούσε έργα λεπτής ομορφιάς. Κάθε βελονιά της ήταν στοχαστική—ιδιαίτερα στα κεντητά αριστουργήματα της.

          Η ΗΜΕΡΑ που ξεκινήσαμε ήταν γεμάτη ήλιο και ευχάριστη διάθεση. Στο δρόμο, ο Δημήτρης ήταν τόσο ενθουσιασμένος που η φωνή του κοβόταν από συγκίνηση. Ύστερα από δυο ώρες, πλησιάσαμε στη γέφυρα. 

          Η γέφυρα, που είχε εγκαινιαστεί μόνο λίγες βδομαδες πριν, και που συνδέει την Πελοπόννησο με την ηπειρωτική χώρα, ξεπρόβαλλε περήφανη μπροστά μας, σαν μια αρχιτεκτονική θαυματουργία, με φόντο το απέραντο γαλάζιο του Κορινθιακού κόλπου. Mirabile visu!

          Η μεγαλύτερη σε μήκος (3 χιλιόμετρα) καλωδιωτή γέφυρα στον κόσμο εκείνη την εποχή, με κομψό σχεδιασμό και με τους πυλώνες της να αγγίζουν τους ουρανούς, έλαμπε σαν ασήμι στον ήλιο της ημέρας. Ήταν απόδειξη της φιλοδοξίας της χώρας μας να εκσυγχρονίσει τις υποδομές της.

          Μπήκαμε στη γέφυρα, κόβοντας ταχύτητα για να βγάλουμε φωτογραφίες. Καθώς περνούσαμε, η χαρά του Δημήτρη ήταν αδύνατο να κρυφτεί. Το όνειρό του γινόταν πραγματικότητα και αυτή η στιγμή τον γέμιζε αληθινή χαρά. Ήταν τόσο συγκινημένος που ούτε καν να μιλήσει μπορούσε τώρα. Η ανάσα του κοβόταν, μόνο ένα πηγαίο γέλιο ξέφευγε από τα χείλη του. Ζούσε το όνειρο του. Η συγκίνηση του ίσως είχε να κάνει και με το γεγονός ότι ο αδερφός του, μηχανικός στο Βαλπαρεζο της Ιντιάνας, έχτιζε γέφυρες για χρόνια.

          Κατάλαβα τότε τι σήμαινε για τον Δημήτρη η εκδρομή. Τι ωραίο είναι να βλέπεις τον συνάνθρωπο σου να χαίρεται με μια μικρή χάρη που του έκανες! Ίσως τέτοιες στιγμές να είχε υπόψην του ο Μένανδρος ο Αθηναίος όταν αποφάνθηκε: «Ως μέγα το μικρόν εστίν εν καιρώ δοθέν.»

          ΣΕ ΛΙΓΟ πρόβαλε από μακριά κι η Ναύπακτος, χτισμένη αμφιθεατρικά στην πλευρά ενός λόφου. Ναύπακτος, το σημαντικό πολιτικό και στρατιωτικό κέντρο για αιώνες, με τις οχυρώσεις του να αναφέρονται στα κείμενα του Θουκυδίδη.

          Η γοητευτική κωμόπολη μας υποδέχθηκε με τα στενά πλακόστρωτα δρομάκια της, το γραφικό μεσαιωνικό λιμανάκι και τη βενετσιάνικη αρχιτεκτονική της. Περπατώντας, ένιωθα πως πατούσα σε μια γη που κρατούσε την ιστορία της ζωντανή. Ο τόπος έμοιαζε σαν να ψιθύριζε τις ιστορίες των προηγούμενων γενεών, με τον απόηχο της ιστορικής μάχης να αντηχεί διαχρονικά. 

          Η επίσκεψη στο Βενετσιάνικο Κάστρο, με την πανοραμική θέα στην πόλη και τον Κορινθιακό Κόλπο, ήταν μια μοναδική εμπειρία. Το καλοδιατηρημένο Κάστρο, ορόσημο της πόλης, δέσποζε περήφανα πάνω στο λόφο και φύλαγε τα ιστορικά μυστικά της μακραίωνης διαδρομής της πόλης.

          Όταν κατεβήκαμε, η Βιβή κι η Πόπη βρήκαν κάποιο μέρος να καθίσουν για να ξεκουραστούν, ενώ ο Δημήτρης κι εγώ συνεχίσαμε. Όταν πλησιάσαμε στο λιμάνι, το βάρος της ιστορίας άρχισε να πιέζει μέσα μου. Η μάχη του Λεπάντο δεν ήταν μακρινό γεγονός εδώ. Ήταν μέρος του ιστού της πόλης.    

          Δίπλα στα κανόνια που στόχευαν τη θάλασσα, βρήκαμε το μνημείο της μάχης και τον ανδριάντα του διάσημου ισπανού πεζογράφου και ήρωα Θερβάντες. Ένιωσα συγκίνηση καθώς διάβαζα τη μαρμάρινη επιγραφή στα ισπανικά και στα ελληνικά που τιμούσε τον ήρωα για τη συμμετοχή του στην ιστορική μάχη: 

               «Σε έναν Ισπανό στρατιώτη, ιδιοφυΐα των γραμμάτων, 

               τιμή της ανθρωπότητας, που τραυματίστηκε ηρωικά 

               στη ναυμαχία της Ναυπάκτου.» 

          Βλέποντας με να θωρώ τον ανδριάντα με θαυμασμό, ο Δημήτρης ρώτησε: «Ποιος ήταν αυτός;»

«Βρήκαμε τον ανδριάντα του διάσημου ισπανού πεζογράφου και ήρωα Θερβάντες…»

          Του εξήγησα ό τι γνώριζα για τον συγγραφέα και άνθρωπο Θερβάντες, που είχε ζήσει ηρωικά την ταραχώδη πραγματικότητα της εποχής του, και για τη μνημειώδη ναυτική αναμέτρηση—και γιατί η πόλη λεγόταν κάποτε Λεπάντο. 

          Ο Δημήτρης έκανε το σταυρό του. «Τι εκπλήξεις είναι τούτες! Δεν το περίμενα ποτέ.»

          «Ούτε κι εγώ περίμενα να μας ρωτήσεις αν θέλαμε να πάμε που; Στη Ναύπακτο!»

          ΚΑΘΩΣ όλοι, τώρα, περπατούσαμε στον παραλιακό δρόμο, όπου χτυπούσε η καρδιά της πόλης, η θάλασσα κυμάτιζε κι ένας άνεμος έφερνε το άρωμα του αλατιού και της ιστορίας στην ακτή. Οι καφετέριες και τα εστιατόρια, που πλαισιώναν την προκυμαία και ήταν γεμάτα κόσμο, πρόσφεραν μια χαλαρή ατμόσφαιρα και συνέθεταν μια γοητευτική εικόνα. 

          Το μεσημεριανό γεύμα μας σε μια ψαροταβέρνα, στη σκιά ενός αιωνόβιου πλάτανου δίπλα στη θάλασσα, ήταν απολαυστικό: κουτσομούρες, φρέσκες όσο ποτέ, σερβιρισμένες στην άκρη του νερού. Το σκηνικό έκανε ακόμα πιο ευχάριστο ο ρυθμικός ήχος των κυμάτων που έσκαγαν στην ακτή. Κάθε στιγμή ήταν γεμάτη με την αίσθηση του χρόνου που είχε περάσει, αλλά και της ζωντάνιας του παρόντος. 

          Ατενίζοντας τα νερά, όπου αγκυροβολούσαν πολύχρωμες ψαρόβαρκες, δεν μπορούσα να πιστέψω πως βρισκόμουν τόσο κοντά στον τόπο όπου είχε λάβει χώρα η ναυμαχία που άλλαξε τη ροή του δυτικού πολιτισμού. Αφήνοντας τη φαντασία μου να ταξιδέψει, μπορούσα σχεδόν να δω να εξελίσσεται μπροστά μου η σκληρή μάχη, τόσο αιματηρή που τα νερά βαφόντουσαν κόκκινα. Πόσο διαφορετική θα ήταν η θέα απ’ αυτό το σημείο εκείνη τη δραματική μέρα του Οκτώβρη το 1571!      

           Ο σερβιτόρος, φοιτητής στον κλάδο της μουσικής, μας πληροφόρησε πως οι κάτοικοι της περιοχής γιορτάζουν την ιστορική νίκη με πανηγυρισμούς κάθε χρόνο. 

          «Γίνεται αναπαράσταση της μάχης, με πλοία, με τρομπέτες και με φανφάρες κι όλα,» είπε. «Να έρθετε ξανά. Η γιορτή φτάνει στο αποκορύφωμά της με πυροτεχνήματα που ξεσπούν στον ουρανό, ενώ παίζεται η οβερτούρα 1812 του Τσαϊκόφσκι, με βολέ πυροβόλων.»

          «Ευχαριστούμε πολύ.»

           ΚΑΘΩΣ ΤΟ απόγευμα περνούσε κι εμείς επιστρέφαμε στην Τρίπολη,  σκεφτόμουν πως τα όνειρα δεν χάνονται ποτέ, απλά χρειάζονται το σωστό χρόνο και τον κατάλληλο καιρό για να εκπληρωθούν.

          Το τόνισε, αιώνες πριν, ο σοφός Εκκλησιαστής, που τον διάβαζα με τη λάμπα πετρελαίου τα βράδια για να αντλήσω έμπνευση στα δύσκολα μονοπάτια της ξυπόλυτης νιότης μου: «Τοῖς πᾶσι χρόνος καὶ καιρὸς τῷ παντὶ πράγματι ὑπὸ τὸν οὐρανόν. Εκκλ. 3,1.»  Για όλα πάνω στη γη υπάρχει ο κατάλληλος χρόνος κι ο συγκεκριμένος καιρός. 

          Υ.Γ. Δυστυχώς, οι δυο καλοί μας φίλοι, ο Δημήτρης και η Βιβή, έχουν πια φύγει από τη ζωή. Το μόνο που απομένει για μας τώρα είναι να τους θυμόμαστε με αγάπη και να αντλούμε δύναμη από τη φιλία τους.

          Δρ Νίκος Δ. Κοκκώνης

Συγγραφέας του βραβευμένου «Ελλάδα Μου, Πατρίδα Μου» (Έπαινος Ακαδημίας Αθηνών) Www.MyArcadiaBooks.Com